Πέμπτη 31 Ιουλίου 2008

Η αυτονόμηση του κλάδου των ιστορικών, τα αναλυτικά προγράμματα, τα διδακτικά εγχειρίδια και η ποιοτική αναβάθμιση της σχολικής Ιστορίας

Η διδασκαλία του μαθήματος της Ιστορίας σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες απαιτεί ποικιλομορφία δεξιοτήτων και μεθοδολογικών προσεγγίσεων καθώς και αυξημένες γνώσεις. Καθίσταται έτσι το διδακτικό έργο ιδιαίτερα δύσκολο και πολύμοχθο. Η σημερινή κυπριακή εκπαιδευτική πραγματικότητα συμπεριλαμβάνει την Ιστορία στα φιλολογικά μαθήματα και διδάσκεται από τους φιλολόγους. Η Ιστορία, όμως, ως επιστημονικό πεδίο αλλά και ως σχολικό μάθημα, σύμφωνα με το ωρολόγιο πρόγραμμα της Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης, εντάσσεται στις Κοινωνικές Σπουδές και όχι στα μαθήματα της Μητρικής Γλώσσας. Η διάκριση αυτή υπάρχει και στα ωρολόγια προγράμματα των πλείστων ευρωπαϊκών κρατών, η οποία ωστόσο δεν είναι απλά μια θεωρητική διατύπωση, αλλά γίνεται πράξη μέσα από την αυτονόμηση του κλάδου των ιστορικών (αυτονόμηση που υπάρχει ακόμη και στη γείτονα χώρα Τουρκία). Η αυτονόμηση του μαθήματος της Ιστορίας και του κλάδου των καθηγητών Ιστορίας και Πολιτισμού στη Μέση Εκπαίδευση της Κύπρου θα συμβάλει σημαντικά στην ποιοτική αναβάθμιση του μαθήματος και θα έχει άμεσα θετικά αποτελέσματα: (α) στον επανακαθορισμό της σχέσης των μαθητών με το μάθημα, (β) στην υλοποίηση των στόχων των υφιστάμενων αναλυτικών προγραμμάτων, όπως η ανάπτυξη ιστορικής σκέψης και συνείδησης και η καλλιέργεια ποικίλων δεξιοτήτων και στάσεων στους μαθητές και (γ) στην επίδοσή τους. Οι απόφοιτοι των τμημάτων Ιστορίας και Αρχαιολογίας (πολλοί εξ αυτών πια με μεταπτυχιακές σπουδές και με ερευνητική δραστηριότητα σε θέματα του επιστημονικού τους πεδίου), με τις εξειδικευμένες γνώσεις τους και την επιστημονική τους κατάρτιση στους τομείς της Ιστορίας και του Πολιτισμού, μπορούν να μεταφέρουν στα παιδιά μας το πάθος και την αγάπη για τη δημιουργική προσέγγιση του παρελθόντος, στοιχεία που οι δικοί τους ακαδημαϊκοί δάσκαλοι τούς μετέδωσαν. Είναι τραγικό στην εποχή της εξειδίκευσης, εκπαιδευτικοί που έχουν τις γνώσεις, τα προσόντα και τον ενθουσιασμό να διδάξουν το μάθημα να αξιοποιούνται λίγο ως καθόλου και να βρίσκουν την άρνηση, επειδή οι «σχολικές ανάγκες» δεν το επιτρέπουν στη σχολική τους μονάδα.
Οι δυνατότητες ποιοτικής αναβάθμισης βέβαια του μαθήματος δεν εξαντλούνται μόνο μέσα από την αυτονόμηση του κλάδου των ιστορικών από το υπόλοιπο σώμα των φιλολόγων. Η ποιοτική βελτίωση της σχολικής ιστορίας θα είναι αποτέλεσμα συνολικών αλλαγών στα πλαίσια της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Το σημαντικότερο βήμα είναι η αναθεώρηση των αναλυτικών προγραμμάτων και ο επανακαθορισμός των στόχων του μαθήματος. Η μετατόπιση από την απλή μετάδοση γνώσεων στην παροχή των μέσων, με τα οποία ο μαθητής θα αναπτύσσει την ιστορική του σκέψη, όπως εισηγείται και το κίνημα της Νέας Ιστορίας, ήδη άρχισε να υλοποιείται σε κάποιο βαθμό στην εκπαιδευτική πράξη (π.χ. περισσότερες γραπτές πηγές και βελτιωμένη εικονογράφηση στα ελλαδικά σχολικά βιβλία γυμνασίου, νέα κριτήρια αξιολόγησης στο γυμνάσιο, σημαντικός αριθμός πηγών στα ελλαδικά διδακτικά βιβλία του Λυκείου). Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ο ανεπαρκής χρόνος για υλοποίηση των στόχων των αναλυτικών προγραμμάτων. Έτσι θα πρέπει να επανασυγγραφούν τα διδακτικά εγχειρίδια με τρόπο που, επιτελώντας πολλαπλές λειτουργίες, να πραγματώνουν τους σκοπούς των αναλυτικών προγραμμάτων για την ανάπτυξη του μαθητή. Παράλληλα, τα σχολικά βιβλία είναι ανάγκη να αφήνουν περιθώρια για πειραματισμούς και δραστηριότητες εκτός του Αναλυτικού Προγράμματος. Η συγγραφή ελκυστικών, αποτελεσματικών και καινοτόμων βιβλίων Ιστορίας θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα εργασίας μιας πολυσύνθετης και πλουραλιστικής ομάδας αποτελούμενης από έμπειρους εκπαιδευτικούς, ακαδημαϊκούς παιδαγωγούς, ιστορικούς, αρχαιολόγους και ιστορικούς τέχνης, άτομα με ειδικά ενδιαφέροντα στη διδακτική και μάθηση της Ιστορίας, ειδικευμένους εικονογράφους κ.ά.
Η Ιστορία αποτελεί ίσως το πλέον πολυσυζητημένο μάθημα στις σύγχρονες κοινωνίες, καθώς αυτή αποτελεί ιδεολογικό εργαλείο και συνιστά «πολιτική πράξη». Η διαχείριση ενός τέτοιου μαθήματος πρέπει να γίνεται με ευαισθησία και προπαντός με γνώμονα την ποιοτική και αποτελεσματική διδασκαλία του, με τελικό κέρδος τον κριτικά σκεπτόμενο μαθητή και αυριανό πολίτη της κυπριακής, ευρωπαϊκής και παγκόσμιας κοινωνίας.

Χρήστος Αργυρού
(Δημοσιεύτηκε στο Βήμα της ΟΕΛΜΕΚ, τ. 5 - Απρίλιος 2007)